Τι είναι η ενδοδεκτικότητα και γιατί έχει σημασία
Αν θέλεις, μπορείς να κλείσεις μια δωρεάν 15λεπτη γνωριμία μαζί μας.
Γράφει η Ελίνα Μπανταβάνη
Πόσες φορές έχουμε νιώσει έναν κόμπο στο στομάχι χωρίς μπορούμε να καταλάβουμε από που προέρχεται; Ή έναν ανεξήγητο πόνο στο στήθος ή μια ξαφνική ταχυκαρδία; Αυτά τα μικρά συχνά ανεπαίσθητα “σήματα” του σώματος αποτελούν μορφές επικοινωνίας, που πολλές φορές τείνουμε να αγνοούμε. Η ικανότητα αυτή να αντιλαμβανόμαστε τα εσωτερικά αυτά σήματα ονομάζεται ενδοδεκτικότητα (interoception) και δεν είναι παρά μια αθέατη γέφυρα, που συνδέει τον ψυχισμό με το σώμα.
Φαντάσου την ενδοδεκτικότητα σαν ένα εσωτερικό gps. Όταν λειτουργεί αποτελεσματικά μας βοηθά να αντιλαμβανόμαστε πότε πεινάμε, πότε νιώθουμε κουρασμένοι, πότε φοβόμαστε. Όταν η αίσθηση αυτή δε λειτουργεί σωστά, μπορεί να δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε τη συναισθηματική μας κατάσταση με αποτέλεσμα να εκδηλώνεται αλεξιθυμία (αδυναμία έκφρασης συναισθημάτων), σωματοποίηση καθώς και προβλήματα στη διαχείριση του στρες (Herbert et al., 2011).
Πως διαμορφώνεται η ενδοδεκτικότητα
H ικανότητα της ενδοδεκτικότητας φαίνεται να διαπλάθεται ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας. Ο Freud (1923) είχε μιλήσει για το “σωματικό εγώ”, υποδεικνύοντας ότι η ψυχική μας ταυτότητα έχει τις απαρχές της στο βίωμα του σώματος και συγκεκριμένα στο τρόπο που μητέρα και βρέφος αλληλεπιδρούν μέσα από τις πρώτες σωματικές εμπειρίες (αγγίγματα, θηλασμός, χάδια). Όταν το μωρό πεινάει το εκδηλώνει με το κλάμα του, ενώ όταν ικανοποιείται ηρεμεί. Σταδιακά μαθαίνει να αναγνωρίζει και να ερμηνεύει τα σήματα του σώματος του μέσω της αντανάκλασης που προσφέρει η μητέρα. Ήδη, από πολύ παλιά, ο Winnicott (1960) περιγράφει πως μέσω του κρατήματος και της σταθερής παρουσίας του φροντιστή το βρέφος αποκτά σταδιακά μια ενοποιημένη και συνεκτική αίσθηση ψυχής και σώματος, η οποία είναι η βάση για την θεμελίωση ενός ασφαλούς δεσμού (Bowlby,1969; Ainsworth et al., 1978).
Υπό αυτό το πρίσμα, εσωτερικές συγκρούσεις, αμυντικοί μηχανισμοί και τραύματα μπορεί να εκδηλωθούν πρωτίστως ως σωματικά συμπτώματα. Έτσι, οι σχέσεις με τους πρώτους σημαντικούς άλλους, τις πρώτες φιγούρες φροντίδας, και η ασφαλής ή μη προσκόλληση σε αυτές διαμορφώνουν το υπόστρωμα για να μπορεί το άτομο να αναγνωρίσει και να ερμηνεύσει τα σωματικά του συμπτώματα.
Αν αυτή η διαδικασία διαταραχθεί με κάποιο τρόπο (παραμέληση, εγκατάλειψη, τραύμα, κ.α.) το άτομο μπορεί αμυντικά να αποσυνδεθεί από τις σωματικές εκδηλώσεις, νιώθοντας το σώμα ως “ξένο”, εμπειρία που συχνά συνδέεται με διαταραχές ενδοδεκτικής επίγνωσης.
Γιατί είναι σημαντική η ενδοδεκτικότητα
Η ενδοδεκτικότητα λοιπόν δεν είναι μόνο το κλειδί για την αυτογνωσία, είναι ο τρόπος με τον οποίο γνωρίζω τον εαυτό μου. Όταν μαθαίνω να ακούω το σώμα μου, κατανοώ καλύτερα και τα συναισθήματα μου, κάτι που αυξάνει την ικανότητα μου να τα αντιλαμβάνομαι και να τα επεξεργάζομαι, να μειώνω το στρες και να βελτιώνω την ψυχική μου υγεία. Μελέτες έχουν δείξει ότι υψηλά επίπεδα ενδοδεκτικότητας συνδέονται με καλύτερη συναισθηματική ρύθμιση, μειωμένα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης και αυξημένη ψυχική ανθεκτικότητα (Fermin et al., 2024;Haase et al., 2016). Επιπλέον, τα άτομα με ανεπτυγμένη την ενδοδεκτική ικανότητα έχουν μεγαλύτερη επίγνωση των αναγκών τους, γεγονός που αποτελεί προληπτικό παράγοντα για την εμφάνιση σωματικών και ψυχικών δυσλειτουργιών (Herbert et al., 2020).
Με λίγα λόγια, η βελτίωση της ενδοδεκτικότητας μπορεί να δημιουργήσει τις βάσεις για καλύτερη ποιότητα ζωής και να ενισχύσει τη συνολική μας ευεξία, αφού μέσα από το να αφουγκραζόμαστε τις σωματικές ενδείξεις, επιτυγχάνεται καλύτερη διαχείριση του στρες και υιοθέτηση πιο υγιεινών επιλόγων, τόσο στη διατροφή, όσο και τον ύπνο λαμβάνοντας υπόψιν ότι η αντίληψη της πείνας, του κορεσμού και της κούρασης είναι σημαντικοί δείκτες της ικανότητάς μας να ακούμε το πως το σώμα μας εκδηλώνει τις βασικές του ανάγκες, πριν αυτές μετατραπούν σε στρες, εξάντληση ή σωματικά συμπτώματα.
Νευροεπιστημονικά δεδομένα
Σύγχρονες μελέτες αποκαλύπτουν πως συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου όπως τα φλοιώδη και υποφλοιώδη νευρωνικά συστήματα, που εμπλέκονται στον έλεγχο των συναισθημάτων, καθώς και η νησίδα (insula), διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επεξεργασία των εσωτερικών σωματικών σημάτων (Fermin et al., 2024). Η αυξημένη ή μειωμένη δραστηριότητα σε αυτές τις περιοχές του εγκεφάλου φαίνεται να αντικατοπτρίζει τον βαθμό ενδοδεκτικής επίγνωσης, καθώς υψηλότερη ενεργοποίηση συνδέεται με μεγαλύτερη ικανότητα αναγνώρισης των εσωτερικών σωματικών σημάτων και, κατ’ επέκταση, με πιο αποτελεσματικότερη συναισθηματική ρύθμιση (Khalsa et al., 2018).
Τρόποι αύξησης της ενδοδεκτικότητας
Η ενίσχυση της ενδοδεκτικότητας μπορεί να ξεκινήσει με μικρές πράξεις επίγνωσης, που θα αποκαταστήσουν τον εσωτερικό διάλογο σώματος και μυαλού, βελτιώνοντας κατά αυτόν τον τρόπο την ικανότητά μας για αυτορρύθμιση. Τέτοιες τεχνικές που μπορείς να χρησιμοποιήσεις είναι και οι ακόλουθες:
- Τεχνικές σωματικής επίγνωσης: Χρησιμοποιώντας τεχνικές όπως η “σάρωση του σώματος”(body scan) φαίνεται να επιτυγχάνεται αύξηση της ενδοδεκτικότητας και κατ’ επέκταση η προαγωγή της αυτορρύθμισης (Fischer et al., 2017).
- Ενσυνειδητότητα (mindfulness): Πρακτικές, όπως η ενσυνειδητότητα, επαναφέρουν την προσοχή στο εδώ και τώρα βελτιώνοντας την καλλιέργεια και τη σταδιακή αναγνώριση των εσωτερικών αισθήσεων και της συναισθηματικής ρύθμισης (Lazzarelli et al., 2024).
- Άσκηση: Πολυάριθμες μελέτες φαίνεται να υποστηρίζουν την συνδρομή της φυσικής δραστηριότητας στην αύξηση της ενδοδεκτικότητας, υποδηλώνοντας ότι η άσκηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο επανασύνδεσης με το σώμα (Wallman-Jones et al., 2021).
- Διαφραγματική αναπνοή: Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι η διαφραγματική αναπνοή ενισχύει την ικανότητα του ατόμου να αντιλαμβάνεται τα σήματα του σώματός του αναδεικνύοντας ότι η συνειδητή και εστιασμένη αναπνοή μπορεί να ενεργοποιήσει μηχανισμούς που αυξάνουν την ενδοδεκτική επίγνωση (He et al., 2024).
- Ψυχανάλυση: Η ψυχανάλυση φαίνεται, μέσω της θεραπευτικής σχέσης αναλυτή-αναλυόμενου, να μπορεί να λειτουργήσει επανορθωτικά στο να βιωθεί το σώμα, άρα και οι σωματικές ενδείξεις, ως πηγή νοήματος και όχι ως πηγή άγχους. Ο αναλυόμενος έτσι μπορεί να αποκτήσει την ικανότητα να βιώνει, να αντέχει και τελικά να νοηματοδοτεί τα σωματικά του σήματα (Karanassios et al., 2021).
Διαφοροποιήσεις ενδοδεκτικότητας
Ενώ λοιπόν μιλάμε για το πως κάποιοι από εμάς δεν ακούμε τα σήματα του οργανισμού μας, υπάρχει μια μερίδα ανθρώπων που υποφέρουν από αγχώδεις διαταραχές ή/και υποχονδρία, που κάθε σωματικό σήμα μεγεθύνεται και εκλαμβάνεται σαν επικείμενη απειλή. Έτσι σε τέτοιου τύπου διαταραχές, η ενδοδεκτική επίγνωση είναι υπερευαίσθητη και συχνά “παραμορφωμένη”: τα άτομα αυτά αφουγκράζονται με πολύ προσεκτικό -σχεδόν εμμονικό- τρόπο τα σωματικά τους σήματα και ερμηνεύουν για παράδειγμα έναν απλό πονοκέφαλο ως “σύμπτωμα μιας σοβαρής σωματικής νόσου”. Αυτό εμφανίζεται γιατί υπάρχει ιδιαίτερη ευαισθησία στην αξιολόγηση οποιουδήποτε σωματικού σήματος και επιπροσθέτως γιατί υπάρχουν γνωστικές διαστρεβλώσεις (καταστροφολογία) που επιτείνουν αυτή την αρνητική θεώρηση. Πρόσφατες έρευνες αποκαλύπτουν ότι αυτή υπερεστίαση στις σωματικές εκδηλώσεις εντείνει το άγχος και τα καταθλιπτικά συμπτώματα (Gualtieri et al., 2025;Hu et al., 2023).
Όταν το μυαλό μου εγκλωβίζεται στην αδιάκοπη παρατήρηση του σώματος μου, χάνω τη δυνατότητα να εμπιστευτώ το ίδιο μου το σώμα. Το κλειδί σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι να αγνοήσω τα σωματικά σήματα, αλλά να επαναπροσδιορίσω τον τρόπο που τα ερμηνεύω, εκπαιδεύοντας έτσι τον εγκέφαλό μου να μην τα μεταφράζει ως απειλή. Αυτή, λοιπόν, η υπερευαισθησία δεν αποτελεί μια ψευδή έκφραση σωματικών συμπτωμάτων. Αντιθέτως, αναδεικνύει ότι το σύστημα συναγερμού του εγκεφάλου είναι μόνιμα ενεργοποιημένο. Έτσι, η εκπαίδευση σε πιο αποτελεσματική ενδοδεκτική επίγνωση μπορεί να βοηθήσει σημαντικά αυτά τα άτομα να επανασυνδεθούν με το σώμα τους με έναν πιο ρεαλιστικό τρόπο.
Συμπέρασμα
Η ενδοδεκτικότητα, λοιπόν, αποτελεί μια πολυδιάστατη διαδικασία που συνδέει με μοναδικό τρόπο τα σωματικά ερεθίσματα με την την ψυχική λειτουργία. Δεν είναι απλά η ικανότητα μου να αφουγκράζομαι το σώμα μου, αλλά αποτελεί μια γέφυρα μεταξύ νου και σώματος, ένα εσωτερικό ραντάρ που αποκαλύπτει τον τρόπο που βιώνουμε τον εαυτό μας και τους γύρω μας. Μέσα από την επίγνωση των λειτουργιών του σώματος αποκτούμε πρόσβαση σε βαθύτερα στρώματα της ψυχικής μας λειτουργίας.
Η ενδοδεκτικότητα λειτουργεί έτσι σαν ένας “εσωτερικός καθρέφτης”, που μας βοηθά να αναγνωρίζουμε εγκαίρως πότε κάτι μας αγχώνει, πότε το σώμα ζητά τροφή ή ξεκούραση, ή ακόμα και φροντίδα. Αυτή η αυξημένη επίγνωση μπορεί να αποτελέσει ασπίδα απέναντι στις ψυχοσωματικές διαταραχές, που συχνά εκδηλώνονται όταν αγνοούμε τις ανάγκες μας ή παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε χρόνιο στρες.
Η καλλιέργεια της ενδοδεκτικότητας δεν απαιτεί να αλλάξω τον εαυτό μου, απαιτεί να τον ακούσω προσεκτικά. Να μάθω να εμπιστεύομαι τα μικρά εσωτερικά σήματα που συχνά προσπερνώ: τον κόμπο στο στομάχι, την κόπωση, την ταχυκαρδία. Αυτά τα μικρά σήματα είναι στην πραγματικότητα τα ραντάρ του σώματος, που μας δείχνουν τον δρόμο προς την ψυχική μας ισορροπία. Έτσι, η ενδοδεκτικότητα μπορεί να αποτελέσει έναν ισχυρό σύμμαχο στην προαγωγή της ψυχικής μας υγείας, καθώς μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε και να ρυθμίζουμε τα συναισθήματά μας, να προλαμβάνουμε την εμφάνιση ψυχοσωματικών διαταραχών και να ενισχύουμε την ψυχική ανθεκτικότητα ιδιαίτερα σε περιόδους έντονου στρες και αβεβαιότητας.
Και σκέψου πως ίσως τελικά, η ενδοδεκτικότητα μπορεί να είναι μια ειλικρινής πράξη αυτοφροντίδας. Γιατί στο τέλος της ημέρας, το σώμα σου ξέρει, το μόνο που χρειάζεται είναι να του επιτρέψεις να ακουστεί!
Βιβλιογραφία
Ainsworth, M. D., Blehar, M. C., Waters, E., & Wall, S. (1978). Strange situation procedure. PsycTESTS Dataset. https://doi.org/10.1037/t28248-000
Bowlby, J. (1969). Attachment and loss. vol. I. Attachment. New York Basic Books, 5(3). https://doi.org/10.2307/2798963
Fermin, A. S. R., Sasaoka, T., Maekawa, T., Ono, K., Chan, H.-L., & Yamawaki, S. (2024). Insula-cortico-subcortical networks predict interoceptive awareness and stress resilience. Asian Journal of Psychiatry, 95, 103991. https://doi.org/10.1016/j.ajp.2024.103991
Fischer, D., Messner, M., & Pollatos, O. (2017). Improvement of interoceptive processes after an 8-week body scan intervention. Frontiers in Human Neuroscience, 11. https://doi.org/10.3389/fnhum.2017.00452
Freud, S. (1923). The Ego and the Id. W.W Norton and Company.
Gualtieri, I., Parisi, I., Bortolini, T., Porciello, G., & Panasiti, M. S. (2025). Exploring the relationship between anxiety sensitivity, interoceptive sensibility and psychopathology: A network analysis approach. International Journal of Cognitive Behavioral Therapy, 18(2), 256–283. https://doi.org/10.1007/s41811-025-00235-6
Haase, L., Stewart, J. L., Youssef, B., May, A. C., Isakovic, S., Simmons, A. N., Johnson, D. C., Potterat, E. G., & Paulus, M. P. (2016). When the brain does not adequately feel the body: Links between low resilience and interoception. Biological Psychology, 113, 37–45. https://doi.org/10.1016/j.biopsycho.2015.11.004
He, Y., Ge, L., Yuan, J., Wang, Y., Zheng, D., Rui, A., Song, J., Hu, L., & Wei, G. (2024). Interoceptive awareness mediated the effects of a 15‐minute diaphragmatic breathing on empathy for pain: A randomized controlled trial. Psychophysiology, 61(8). https://doi.org/10.1111/psyp.14573
Herbert, B. M., Herbert, C., & Pollatos, O. (2011). On the relationship between interoceptive awareness and alexithymia: Is interoceptive awareness related to emotional awareness? Journal of Personality, 79(5), 1149–1175. https://doi.org/10.1111/j.1467-6494.2011.00717.x
Herbert, B. M., Pollatos, O., & Klusmann, V. (2020). Interoception and health. European Journal of Health Psychology, 27(4), 127–131. https://doi.org/10.1027/2512-8442/a000064
Hu, L., He, H., Roberts, N., Chen, J., Yan, G., Pu, L., Song, X., & Luo, C. (2023). Insular dysfunction of interoception in major depressive disorder: From the perspective of neuroimaging. Frontiers in Psychiatry, 14. https://doi.org/10.3389/fpsyt.2023.1273439
Karanassios, G., Schultchen, D., Möhrle, M., Berberich, G., & Pollatos, O. (2021). The effects of a standardized cognitive-behavioural therapy and an additional mindfulness-based training on interoceptive abilities in a depressed cohort. Brain Sciences, 11(10), 1355. https://doi.org/10.3390/brainsci11101355
Khalsa, S. S., Adolphs, R., Cameron, O. G., Critchley, H. D., Davenport, P. W., Feinstein, J. S., Feusner, J. D., Garfinkel, S. N., Lane, R. D., Mehling, W. E., Meuret, A. E., Nemeroff, C. B., Oppenheimer, S., Petzschner, F. H., Pollatos, O., Rhudy, J. L., Schramm, L. P., Simmons, W. K., Stein, M. B., … Zucker, N. (2018). Interoception and mental health: A roadmap. Biological Psychiatry: Cognitive Neuroscience and Neuroimaging, 3(6), 501–513. https://doi.org/10.1016/j.bpsc.2017.12.004
Lazzarelli, A., Scafuto, F., Crescentini, C., Matiz, A., Orrù, G., Ciacchini, R., Alfì, G., Gemignani, A., & Conversano, C. (2024). Interoceptive ability and emotion regulation in mind–body interventions: An integrative review. Behavioral Sciences, 14(11), 1107. https://doi.org/10.3390/bs14111107
Wallman-Jones, A., Perakakis, P., Tsakiris, M., & Schmidt, M. (2021). Physical activity and interoceptive processing: Theoretical considerations for future research. International Journal of Psychophysiology, 166, 38–49. https://doi.org/10.1016/j.ijpsycho.2021.05.002
Winnicott, D. W. (1960). The theory of parent-Infant relationship. International Journal of Psychoanalysis, 585–595.
Αν θέλεις, μπορείς να κλείσεις μια δωρεάν 15λεπτη γνωριμία μαζί μας.