Πίσω από κάθε έγκλημα υπάρχει μια ιστορία που δεν ειπώθηκε ποτέ
Γράφει η Γωγώ Παπασωτηρίου
Κανείς δεν γεννιέται ένοχος∙ γίνεται.
Και πριν γίνει, υπήρξε ένας άνθρωπος — με φόβους, απώλειες και στιγμές που δεν αντέχονταν. Πίσω από κάθε πράξη που σοκάρει, υπάρχει μια αλυσίδα γεγονότων, συναισθημάτων και εμπειριών που δεν ειπώθηκαν ποτέ όπως πραγματικά συνέβησαν.
Οι περισσότεροι βλέπουν την πράξη∙ λίγοι αναζητούν το υπόβαθρο.
Δεν σημαίνει ότι η κατανόηση ακυρώνει την ευθύνη. Σημαίνει ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά, ακόμη και στις πιο ακραίες της εκφράσεις, έχει ρίζες.
Και αυτές οι ρίζες, αν δεν αναγνωριστούν, θρέφουν ξανά τον ίδιο κύκλο βίας, σιωπής και αποξένωσης. Στα δικαστήρια μιλούν για πράξεις, αποδείξεις, δόλο. Όμως, η ψυχή δεν αποτυπώνεται στα πρακτικά καμίας δικαστικής αίθουσας.
Το να δεις πέρα από το έγκλημα δεν είναι πράξη οίκτου — είναι πράξη γνώσης και ενσυναίσθησης. Γιατί κάθε ιστορία που δεν ειπώθηκε εγκαίρως, έχει τον τρόπο της να διεκδικεί να ακουστεί, και μερικές φορές, αυτός ο τρόπος είναι ο τρόπος που κανείς δεν μπορεί πλέον να αγνοήσει.
Οι ρίζες πίσω από την πράξη: ψυχολογική και κοινωνική ανάλυση
Η ανθρώπινη συμπεριφορά, ακόμη και στις πιο ακραίες εκφράσεις της, δεν εμφανίζεται από το πουθενά. Πολλές εγκληματικές πράξεις έχουν τις ρίζες τους σε τραυματικές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, όταν η παραμέληση, η κακοποίηση ή η έλλειψη σταθερής φροντίδας αφήνουν ανεπούλωτα σημάδια (Yao, 2025). Το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον συχνά διαμορφώνει τη βάση για τον τρόπο που ένα άτομο θα ανταποκριθεί στις προκλήσεις της ζωής· η φτώχεια, η βία στο σπίτι ή στο σχολείο, αλλά και η κοινωνική απομόνωση δημιουργούν περιστάσεις όπου η ανάγκη για αυτοπροστασία μπορεί να εκφραστεί με ακραίες μορφές (Liu, Wu & Yuan, 2025).
Η γνωστική-συμπεριφορική προσέγγιση αναδεικνύει ότι διαστρεβλωμένα μοτίβα σκέψης και δυσλειτουργικοί μηχανισμοί επίλυσης συγκρούσεων καθιστούν τις πράξεις του ατόμου «λογική» απάντηση σε καταστάσεις που αισθάνεται ανεξέλεγκτες, ακόμη κι αν εξωτερικά φαίνονται αναίτιες (Trauma, Violence & Abuse, 2018). Επιπλέον, η συσσώρευση πολλαπλών δυσμενών εμπειριών (Adverse Childhood Experiences, ACEs) έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει την πιθανότητα επανεισόδου στο ποινικό σύστημα, ιδιαίτερα σε νεαρούς παραβάτες (PubMed, 2022).
Μελέτες δείχνουν ότι τα άτομα με υψηλά επίπεδα παιδικού τραύματος εμφανίζουν αυξημένη πιθανότητα βίαιων ή εγκληματικών πράξεων στην ενήλικη ζωή (Trauma, Violence & Abuse, 2018; PubMed, 2008). Συγκεκριμένες έρευνες σε δείγματα κρατουμένων παρατηρούν ότι το παιδικό τραύμα συνδεόταν με αυξημένη επιθετικότητα και περισσότερες καταδίκες, υπογραμμίζοντας τη συνεχιζόμενη επίδραση αυτών των εμπειριών (PubMed, 2008). Συνδυάζοντας αυτά τα δεδομένα, καταλαβαίνουμε ότι πίσω από κάθε έγκλημα βρίσκεται ένα πολύπλοκο πλέγμα ψυχικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Η πράξη είναι η ορατή κορυφή ενός παγόβουνου ανείπωτων εμπειριών, και η κατανόηση αυτών των παραμέτρων προσφέρει ταυτόχρονα γνώση και εργαλεία για πρόληψη, χωρίς να αναιρεί την ευθύνη του δράστη (Yao, 2025). Κάθε πράξη έχει τις ρίζες της σε γεγονότα που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά. Για να κατανοήσεις τη συμπεριφορά, χρειάζεται να κοιτάξεις πέρα από την επιφάνεια, να δεις το πλαίσιο και τις συνθήκες που οδήγησαν σε αυτή.
Μοτίβα σκέψης και ψυχολογικές προδιαθέσεις
Κάθε άνθρωπος βλέπει τον κόσμο μέσα από το δικό του φίλτρο. Τις περισσότερες φορές, αυτό το φίλτρο έχει σχηματιστεί από όσα έζησε νωρίς, από όσα ένιωσε αλλά δεν είπε, από τις στιγμές που του έμαθαν τι αντέχει και τι όχι. Αυτά τα πρώιμα βιώματα καθορίζουν πώς θα αντιμετωπίσει τις δυσκολίες, πώς θα αντιδράσει όταν νιώσει πίεση ή αδικία, ακόμα και όταν οι επιλογές του φαίνονται περιορισμένες. Ένα άτομο που μεγάλωσε με την αίσθηση ότι δεν έχει έλεγχο πάνω στη ζωή του, μαθαίνει να απαντά στην πίεση με τρόπους που για τους άλλους μοιάζουν ακραίοι ή αδικαιολόγητοι (Yao, 2025).
Μέσα σε αυτή τη διαδικασία, η λογική και το συναίσθημα μπλέκονται με τρόπους που συχνά ξεφεύγουν από τον έλεγχο του ατόμου. Οι πράξεις που ακολουθούν δεν είναι απλώς αυθόρμητες ή κακόβουλες· είναι αποτέλεσμα ενός πολύπλοκου πλέγματος σκέψεων, φόβων και αδιέξοδων επιλογών που συσσωρεύονται σε κάθε βήμα της ζωής (Yao, 2025). Όταν οι επιλογές φαίνονται περιορισμένες και η εμπιστοσύνη στον εαυτό ή στους άλλους έχει χαθεί, η συμπεριφορά μετατρέπεται σε μέσο επιβίωσης.
Συνήθως, άτομα με τέτοια υπόβαθρα μπορεί να αναπτύξουν δυσκολίες στη διαχείριση θυμού, τάσεις απομόνωσης ή υπερβολική υποψία απέναντι στους άλλους. Μακροπρόθεσμα, αυτό μπορεί να εκφραστεί με την εμφάνιση διαταραχών όπως:
- Διαταραχή προσωπικότητας τύπου οριακής (BPD), όπου η συναισθηματική αστάθεια και ο φόβος εγκατάλειψης καθοδηγούν τις σχέσεις και τις αντιδράσεις.
- Διαταραχή αντικοινωνικής προσωπικότητας (ASPD), όπου η έλλειψη ενσυναίσθησης και η δυσκολία τήρησης κοινωνικών κανόνων συνδέεται με παραβατικές συμπεριφορές.
- Διαταραχή άγχους ή PTSD, ειδικά σε άτομα που έχουν βιώσει σοβαρά τραυματικά γεγονότα, με συνεχείς φόβους, υπερδιέγερση και έντονο στρες.
- Κατάθλιψη ή διαταραχές διάθεσης, που μπορούν να συνοδεύονται από αισθήματα ματαιότητας, θυμού ή απάθειας.
Αυτές οι ψυχολογικές προδιαθέσεις δεν σημαίνουν ότι το άτομο θα γίνει αναγκαστικά παραβάτης· αλλά συνιστούν ευαλωτότητες που, σε συνδυασμό με δύσκολες συνθήκες ή λάθος υποστήριξη, αυξάνουν την πιθανότητα λανθασμένων ή επιθετικών επιλογών. Η κατανόηση αυτών των παραγόντων δίνει τη δυνατότητα να παρέμβουμε νωρίς, πριν οι δυσκολίες μετατραπούν σε ακραίες πράξεις.
Το στίγμα και οι συνέπειές του
Το στίγμα γύρω από άτομα που έχουν βιώσει εγκληματικές ή παραβατικές συμπεριφορές είναι πανίσχυρο και συχνά καθορίζει τον τρόπο που η κοινωνία τους αντιμετωπίζει. Η ταμπέλα της «παραβατικότητας» περιορίζει την ευκαιρία για κατανόηση ή αλλαγή, ενώ η αρνητική εικόνα που σχηματίζεται δυσκολεύει την επανένταξη στην καθημερινή ζωή. Ακόμη και μικρές πράξεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην επανένταξη συχνά αναχαιτίζονται από προκαταλήψεις και φόβο.
Το κοινωνικό στίγμα δεν επηρεάζει μόνο την εικόνα που έχουν οι άλλοι για τον άνθρωπο· επηρεάζει και τον ίδιο. Μπορεί να αυξήσει την αίσθηση απομόνωσης, την αβεβαιότητα και την αίσθηση αποτυχίας, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που δυσκολεύει την προσωπική ανάπτυξη και τις θετικές αλλαγές (Corrigan & Watson, 2002). Με άλλα λόγια, η κοινωνική κατακραυγή μπορεί να ενισχύσει συμπεριφορές που η ίδια θέλει να αποτρέψει.
Πρόληψη και αντιμετώπιση
Η πρόληψη των ακραίων ή εγκληματικών συμπεριφορών ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της ζωής, με έμφαση στην αναγνώριση των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν τα παιδιά και στην παροχή ενός ασφαλούς, σταθερού και υποστηρικτικού περιβάλλοντος. Η έγκαιρη παρατήρηση συμπεριφορικών δυσκολιών, η ψυχολογική στήριξη και η ενίσχυση κοινωνικών δεξιοτήτων μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να μάθουν να διαχειρίζονται συναισθήματα όπως ο θυμός, ο φόβος ή η απογοήτευση.
Εκπαίδευση και κοινωνικά προγράμματα, ειδικά σχεδιασμένα για την ανάπτυξη συναισθηματικής νοημοσύνης και ικανότητας επίλυσης προβλημάτων, μπορούν να μειώσουν σημαντικά την πιθανότητα λανθασμένων ή επιθετικών επιλογών στην ενήλικη ζωή. Η πρόληψη δεν αφορά μόνο την αποτροπή της παραβατικής συμπεριφοράς, αλλά και τη δημιουργία εσωτερικών δεξιοτήτων που επιτρέπουν στα άτομα να αντιμετωπίζουν προκλήσεις χωρίς να καταφεύγουν στην επιθετικότητα ή σε επικίνδυνες αποφάσεις.
Παράλληλα, η κοινωνία παίζει καθοριστικό ρόλο στην επανένταξη και την υποστήριξη των ατόμων που έχουν ήδη αντιμετωπίσει δυσκολίες. Είναι σημαντικό να σταματήσουμε να τα βλέπουμε μόνο μέσα από τις ταμπέλες του παρελθόντος και να προσφέρουμε χώρο για αλλαγή, ανάπτυξη και δεύτερες ευκαιρίες. Η αντιμετώπιση χωρίς προκατάληψη, η αποδοχή και η στήριξη μειώνουν το στίγμα, ενισχύουν την αυτοεκτίμηση και δημιουργούν ένα πλαίσιο όπου η πρόληψη και η κοινωνική επανένταξη γίνονται πραγματικότητα για όλους.
Τέλος..
Κάθε εγκληματική ή ακραία συμπεριφορά έχει πίσω της μια ιστορία που δεν ειπώθηκε ποτέ.
Οι πρώιμες εμπειρίες, οι δυσκολίες και τα τραύματα διαμορφώνουν μοτίβα σκέψης και ψυχολογικές προδιαθέσεις που επηρεάζουν τον τρόπο που το άτομο αντιδρά στις προκλήσεις της ζωής. Η κοινωνία, η υποστήριξη και η σωστή αντιμετώπιση παίζουν καθοριστικό ρόλο τόσο στην πρόληψη όσο και στην επανένταξη.
Η κατανόηση και η έμπρακτη υποστήριξη, μαζί με την αποδοχή χωρίς προκαταλήψεις, μπορούν να σπάσουν τον φαύλο κύκλο των παραβατικών συμπεριφορών και να μειώσουν το στίγμα που δυσχεραίνει την κοινωνική ενσωμάτωση. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε να μην κρίνουμε κάποιον μόνο από τις πράξεις του, όταν δεν γνωρίζουμε την ιστορία που τον έφερε εκεί.
Τελικά, η πρόληψη, η εκπαίδευση και η ψυχολογική στήριξη, σε συνδυασμό με μια κοινωνία που επιτρέπει δεύτερες ευκαιρίες, μπορούν να δημιουργήσουν ένα μέλλον όπου οι άνθρωποι βρίσκουν χώρο για αλλαγή και ελπίδα. Ένα μέλλον που μας θυμίζει ότι ποτέ δεν είναι αργά να σταθούμε δίπλα στον άλλο και να τον στηρίξουμε.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). Washington, DC: Author.
Corrigan, P. W., & Watson, A. C. (2002). Understanding the impact of stigma on people with mental illness. World Psychiatry, 1(1), 16–20.
Farrington, D. P. (2005). Childhood origins of antisocial behavior. Clinical Psychology & Psychotherapy, 12(3), 177–190.
Gabbidon, S. L., & Greene, H. T. (2014). Race and crime. Sage Publications.
Hiday, V. A., Swartz, M. S., & Swanson, J. W. (1999). Violence and mental disorder in the community: Evidence from the Epidemiologic Catchment Area surveys. Hospital & Community Psychiatry, 50(7), 1012–1021.
Liu, J., Wu, H., & Yuan, X. (2025). Childhood trauma and adult antisocial behavior: Evidence from prison populations. Journal of Forensic Psychology, 12(2), 101–115.
Moffitt, T. E. (1993). Adolescence-limited and life-course-persistent antisocial behavior: A developmental taxonomy. Psychological Review, 100(4), 674–701.
Piquero, A. R., Farrington, D. P., & Blumstein, A. (2007). Key issues in criminal careers research: New analyses of the Cambridge Study in Delinquent Development. Cambridge University Press.
Yao, L. (2025). Stigma and reintegration: The social challenges of former offenders. International Journal of Criminology, 8(1), 45–59.