Τραύμα και Εξάρτηση: Tο σημάδι που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε
Γράφει η Μαριάννα Τζίμα, Ψυχολόγος
Υπάρχουν γεγονότα στη ζωή μας που μπορούν να λειτουργήσουν επιβαρυντικά στην ψυχική μας υγεία και που αν δεν διαχειριστούμε θα εξακολουθούν να ασκούν τις επιδράσεις τους. Ως ανεπίλυτες καταστάσεις θα αποκτήσουν μελλοντικά τον χαρακτήρα του τραύματος. Το ψυχολογικό τραύμα λειτουργεί με πιο περίπλοκο τρόπο απ’ ότι το σωματικό. Το πρώτο για έναν εξωτερικό παρατηρητή μπορεί να είναι ανύπαρκτο ενώ το δεύτερο είναι εμφανές. Για τον λόγο αυτό και στη δεύτερη περίπτωση τα άτομα λαμβάνουν υποστήριξη από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Όσοι/ες όμως βρίσκονται στην πρώτη κατηγορία, παραμένουν ευάλωτοι/ες και μπορεί να εμπλακούν σε συμπεριφορές που θέτουν σε κίνδυνο τον ίδιο τους τον εαυτό. Οι πιθανότητες που έχει ένα άτομο το οποίο έχει υποστεί κάποια τραυματική εμπειρία να εμπλακεί σε συμπεριφορές υψηλού ρίσκου είναι αυξημένες κι αυτές με τη σειρά τους αυξάνουν τις πιθανότητες να υπάρξει εκ νέου θυματοποίησή του.
Οι συμπεριφορές αυτές, έχουν συνήθως τον χαρακτήρα της εξάρτησης. Η ίδια η εξάρτηση, όμως, ενέχει τον χαρακτήρα της ανοχής. Όσο περισσότερο εκτίθεμαι στον παράγοντα που με εθίζει, τόσο πιο μικρή θα γίνεται η ενισχυτική του δύναμη με την πάροδο του χρόνου. Μέσα από τη συχεόμενη έκθεση σ’ αυτούς τους παράγοντες, επέρχεται κι ο κορεσμός, οπότε σταδιακά θα απαιτείται ένας ολοένα και αυξανόμενος βαθμός εκδήλωσης των ίδιων ριψοκίνδυνων συμπεριφορών για να αισθανθώ το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτό κατά κανόνα σημαίνει ότι θα αποζητώ την όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή μου, γεγονός που μπορεί να με οδηγήσει σε μη αναστρέψιμα αποτελέσματα. Χρειάζεται, ωστόσο, να γίνει μια πολύ σημαντική διευκρίνιση: η εξάρτηση δεν αφορά μόνο το κομμάτι της ουσιοεξάρτησης, με άλλα λόγια την εξάρτηση από αλκοόλ ή κάποια άλλη τοξική ουσία. Τον χαρακτήρα της εξάρτησης έχουν και συμπεριφορές που εμπεριέχουν ρίσκο, όπως είναι η εξάρτηση από τυχερά παιχνίδια ή όπως θα λέγαμε στην καθομιλουμένη και ο τζόγος. Τέλος, λιγότερο εμφανής εξαρτητική συμπεριφορά σε σχέση με τις δύο προηγούμενες κατηγορίες, είναι η εξάρτηση που μπορεί να αναπτύξει ένα άτομο προς ένα άλλο άτομο, με το τελευταίο να είναι συνήθως ο/η σύντροφος του/της.
Ξεκινώντας από τις ουσιοεξαρτήσεις έχει φανεί ερευνητικά πως άτομα που ζήτησαν βοήθεια για την αντιμετώπιση του εθισμού τους, πληρούσαν στην πραγματικότητα τα διαγνωστικά κριτήρια της διαταραχής μετατραυματικού στρες. Με άλλα λόγια, η συσχέτιση που υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτές τις συμπεριφορές δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη. Το χαρακτηριστικό της εξάρτησης από ουσίες είναι ότι οι ίδιες οι ουσίες είναι εξαιρετικά ενισχυτικές. Μας δημιουργούν την απατηλή αίσθηση ότι μπορούμε να απεμπλακούμε από την κατάσταση την οποία βιώνουμε και να νιώσουμε ευφορία, αλλά αυτό όχι μόνο είναι προσωρινό, είναι και αναληθές. Η χρήση κάθε ουσίας προσφέρει προσωρινή ανακούφιση αλλά σε βάθος χρόνου επιδεινώνει τα όποια ψυχολογικά συμπτώματα. Δεν μας προσφέρουν έναν τρόπο για να ρυθμίσουμε το περιβάλλον, ώστε να διαχειριστούμε στην πραγματικότητα αυτό που βιώνουμε. Είναι σύνηθες τα άτομα που έχουν εκτεθεί σε οποιοδήποτε είδος τραυματικού γεγονότος, να χρησιμοποιούν αλόγιστα τονωτικά χάπια ή κάποιου άλλους είδους διεγερτικές ουσίες για να διατηρηθούν σε εγρήγορση αλλά και ψυχοδραστικές ουσίες στην προσπάθειά τους να εμποδίσουν τις άσχημες σκέψεις και την ανάμνηση των τραυματικών γεγονότων. Όπως προαναφέραμε, μ’ αυτό το μοτίβο σκέψης-δράσης αναπτύσσεται η ανοχή και με την ανοχή μας είναι αδύνατο να προβλέψουμε πότε θα ξεπεραστούν τα όρια με τρόπο ανεπανόρθωτο.
Οι συμπεριφορές ρίσκου μπορεί να φαντάζουν ως μη απειλητικές. Στην περίπτωση που εμπλεκόμαστε σ’ αυτές θεωρούμε εσφαλμένα -και προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας προς αυτό- πως μπορούν να έχουν ευεργετικές δράσεις. Ως συμπεριφορές ρίσκου ορίζονται μεταξύ άλλων τα τυχερά παιχνίδια, η παθολογική χαρτοπαιξία και τα extreme sports. Σύμφωνα με έρευνες, τα τυχερά παιχνίδια έχουν χαρακτηριστεί ως μέσο για τη διαχείριση του τραύματος αλλά και της κακοποίησης που σχετίζεται με τραύμα μέσω της διαφυγής από την πραγματικότητα. Μας αποσπούν, στην ουσία, την προσοχή από την ενασχόληση μ’ αυτό που πραγματικά μας δημιουργεί την όποια δυσκολία. Είναι εμφανές πόσο σαγηνευτική μπορεί να είναι η φύση των συμπεριφορών υψηλού ρίσκου και πόσο μεγάλη επίδραση μπορεί να ασκήσουν στην ψυχολογία των ατόμων. Η απατηλή αίσθηση ελέγχου που τους δημιουργείται, τους οδηγεί σταδιακά προς τη λήθη και τη δημιουργία μιας εφήμερης κατάστασης ηρεμίας, άρνησης ή/και παρηγοριάς. Στο τέλος, οι συμπεριφορές ρίσκου γίνονται οι ίδιες τραύμα διαιωνίζοντας τον φαύλο κύκλο της σύνδεσής τους με το τραύμα.
Η αιτία που οι συμπεριφορές αυτές είναι εθιστικές είναι το ότι το ρίσκο, έχει να κάνει με την έκκριση μιας πολύ σημαντικής ορμόνης, της αδρεναλίνης. Η ορμόνη αυτή απελευθερώνεται όταν βρισκόμαστε σε κρίση, ή βιώνουμε ένα ισχυρό συναίσθημα, όπως ενθουσιασμό, ή φόβο. Όταν βρισκόμαστε σε μη ασφαλείς καταστάσεις, αυτή η αντίδραση μπορεί να μας βοηθήσει να κρατηθούμε ασφαλείς. Μόλις η απειλή ή ο στρεσογόνος παράγοντας εξαφανιστεί, το σώμα αρχίζει να μπαίνει σε κατάσταση ηρεμίας. Την εξασφάλιση αυτής της ηρεμίας επιδιώκουν κι όσοι/ες εμπλέκονται σε ριψοκίνδυνες συμπεριφορές.
Η αφανής πλευρά της εξάρτησης στο πλαίσιο του τραύματος έχει να κάνει με την εξάρτηση από ένα άλλο πρόσωπο. Στις περισσότερες περιπτώσεις το άτομο στο οποίο στην ουσία προσκολλάται είναι ο/η σύντροφος. Τα άτομα που εμφανίζουν διαπροσωπική εξάρτηση αποζητούν την οικειότητα και την αρμονία στις σχέσεις τους, εμφανίζουν παθητικότητα και δεν εκδηλώνουν καμία αντίδραση ή ασυμφωνία με τον/την σύντροφο για να διασφαλίσουν τη διατήρηση της σχέσης. Βιώνουν αισθήματα ανημποριάς όταν απουσιάζει ο/η σύντροφος, εμφανίζουν υψηλή ευαισθησία σε διαπροσωπικά γεγονότα και φόβο απόρριψης ή εγκατάλειψης. Ο λόγος για τον οποίο αυτό συμβαίνει είναι γιατί το άτομο που έχει υποστεί κάτι τραυματικό έχει ανάγκη να νιώσει ότι είναι ασφαλές. Εναποθέτει όλες του τις προσπάθειες να κρατήσει όσο το δυνατόν πιο κοντά του το άτομο που θα αποτελεί το ασφαλές του πλαίσιο. Σαφώς, μια τέτοια κατάσταση δεν μπορεί να είναι λειτουργική. Δεν ωφελεί να ζητάμε βοήθεια από έναν άνθρωπο που δεν έχει τις απαραίτητες γνώσεις για να μας προσφέρει τη βοήθεια που πραγματικά χρειαζόμαστε. Οι προθέσεις του/της συντρόφου μπορεί πραγματικά να είναι οι καλύτερες δυνατές, αλλά ο/η σύντροφος μας είναι εκεί όχι για να μας βοηθήσει σ’ όλες τις δυσκολίες, αλλά για να μας αγαπάει και να μας στηρίζει στην προσπάθειά μας να τις ξεπεράσουμε.
Είναι εξέχουσας σημασίας να γίνει κατανοητό ότι υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε από τον δυσμενή κύκλο του τραύματος. Το πρώτο και πλέον σημαντικό είναι να αποδεχτούμε εμείς οι ίδιοι ότι υπάρχει ένα ζήτημα που έχουμε αφήσει ανεπίλυτο. Δεν είναι ποτέ αργά για να λάβουμε τη βοήθεια που δικαιούμαστε.
Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία εστιάζει στην μείωση του άγχους και της αποφυγής που εκδηλώνονται λόγω των τραυματικών αναμνήσεων και παράλληλα αντικαθιστά τις δυσλειτουργικές σκέψεις για να μειώσει τα συμπτώματα της αναβίωσης του γεγονότος, το συναισθηματικό μούδιασμα. Το άτομο καλείται να αντιμετωπίσει και να επαναφέρει στη μνήμη του τα τραυματικά γεγονότα με τρόπο που θα το βοηθήσει να προσδώσει ένα νέο νόημα σ’ αυτά και μέσω της συστηματικής απευαισθητοποίησης θα είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει νέες συνθήκες και δυσκολίες χωρίς να οδηγηθεί ξανά στον τραυματισμό.
Στη θεραπεία του ψυχικού τραύματος εφαρμόζεται και η μέθοδος CRM (Comprehensive Resource Model) η οποία βασίζεται στη νευροβιολογία του ανθρώπινου οργανισμού και επί της ουσίας επιτρέπει την επεξεργασία των τραυματικών συμβάντων και των συνδεόμενων με το τραύμα αντιδράσεων, προσφέροντας το έδαφος για την αποκατάσταση και αναπλαισίωσή τους, για να εξαλειφθεί το άγχος και οι φοβικές αντιδράσεις.
Τέλος, υπάρχει και η μέθοδος EMDR (Eye Movement Desensitization & Reprocessing) για τον εντοπισμό και τη θεραπεία του ψυχικού τραύματος που συνθέτει παραδοσιακά θεραπευτικά σχήματα με την σύγχρονη έρευνα στην ύπνωση και τις νευρο-επιστήμες. Το άτομο ενσωματώνει στο ρεπερτόριο συμπεριφοράς του συμπεριφορές πρόληψης και ενδυνάμωσης, δημιουργεί νέες σχέσεις και ισορροπίες στη ζωή του, που του επιτρέπουν να εξελιχθεί.
Ανεξαρτήτως του μοντέλου θεραπείας που θα επιλέξει ο καθένας και η καθεμία μας, αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι να αντιληφθούμε ότι στη ζωή δεν υπάρχει μονιμότητα σε κάποια γεγονότα. Είναι στο χέρι μας να αλλάξουμε τις συνθήκες στη δική μας ζωή.
Πηγές:
https://sci-hub.ru/https://doi.org/10.1007/s11469-012-9413-2