Ανυπομονησία, τελειομανία, φόβος της αποτυχίας στα παιδιά
Γεώργιος Φλώρου, φοιτητής Ψυχολογίας
Μεταξύ των χαρισματικών παιδιών η τελειομανία, η έλλειψη υπομονής και ο φόβος της αποτυχίας είναι συχνά φαινόμενα. Τα παιδιά από το άγχος τους μπορεί να καταλήγουν να φωνάζουν και να μη μπορούν να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους και οι προσπάθειες των γονέων να τα ηρεμήσουν ίσως κάνουν την κατάσταση χειρότερη. Τι μπορεί λοιπόν να γίνει προκειμένου να βοηθηθούν τα παιδιά σε αυτή τη διαδικασία;
Η πρώτη λύση που έρχεται στο μυαλό είναι να μάθουν τα παιδιά να αγαπούν την ίδια τη διαδικασία, προκειμένου αυτή να μη τους δημιουργεί εκνευρισμό. Κάτι τέτοιο όμως είναι μάλλον δύσκολο και παράλογο να αναμένεται. Η ίδια η διαδικασία πολλές φορές μπορεί να είναι αρνητική, για παράδειγμα αν κάποιος ψάχνει τα γυαλιά του και δεν τα βρίσκει είναι λογικό να θυμώσει και δεν θα μπορεί να την “απολαύσει”.
Αυτό όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι να μάθουμε στα παιδιά να υπομένουν τη διαδικασία. Όπως σε κάθε περίσταση που αφορά τα συναισθήματά τους το κλειδί είναι η δικιά μας αντίδραση. Με αυτόν τον τρόπο θα καταλάβουν πως αυτό που βιώνουν είναι φυσιολογικό και ασφαλές και θα νιώσουν άνετα.
Τα παιδιά βασίζονται στους γονείς για καθοδήγηση στην ζωή τους. Δεν μπορούν να είναι ήρεμα σε μια συνθήκη αν δεν είναι ήρεμοι οι γονείς τους. Αυτό είναι το πρώτο βήμα. Χρειάζεται οι άνθρωποι που λειτουργούν ως πρότυπά τους να τους δώσουν το μήνυμα ότι είναι ασφαλή και μπορούν να χαλαρώσουν. Αυτό δεν το κάνουν μέσα από τα λόγια αλλά από τις ίδιες τους τις πράξεις, πιστεύοντας και εφαρμόζοντας το.
Η διαδικασία για να πετύχει κανείς κάτι ανήκει σε αυτόν που τη βιώνει. Αυτό σημαίνει πως οι γονείς δεν πρέπει να λύσουν τα προβλήματα των παιδιών. Χρειάζεται τα ίδια να βρουν τη λύση και να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Αυτό που έχουν ανάγκη τα παιδιά είναι γονείς που τα υποστηρίζουν για να διαχειριστούν τα συναισθήματα που είναι λογικό να έχουν.
Αυτό σημαίνει ότι όταν ένα παιδί αντιμετωπίζει πρόβλημα οι γονείς πρέπει να του πουν ότι καταλαβαίνουν πως είναι δύσκολο αυτό που βιώνει. Όταν ζητά βοήθεια αυτό που εννοεί συχνά είναι ότι το “πνίγει” η κατάσταση και η αναγνώριση αυτού είναι αρκετή για να μπορέσει να το χειριστεί. Πολλές φορές ίσως να μην χρειάζεται να πουν τίποτα οι γονείς, αλλά να του δώσουν μη λεκτικά να καταλάβει ότι το περιβάλλον είναι ασφαλές.
Πρέπει οι γονείς να αναγνωρίζουν πότε δεν εμπιστεύονται οι ίδιοι τις δυνατότητες του παιδιού. Αυτό μπορεί να προδίδεται από σκέψεις όπως “Τι να κάνω για να βοηθήσω το παιδί, πρέπει να κάνω κάτι”. Μέσα από αυτό καλούμαστε να δούμε τι ακριβώς είναι αυτό που φοβόμαστε. Συνήθως οι προκλήσεις που αναλαμβάνουν τα παιδιά είναι και κατάλληλες για την ανάπτυξή τους. Τις αναλαμβάνουν επειδή τις χρειάζονται και οι γονείς θα πρέπει να τους δίνουν τη δυνατότητα να τις διαχειριστούν. Γι’ αυτό και ο κάθε γονέας οφείλει να σκεφτεί τι είναι αυτό που κάνει τον ίδιο να νιώθει αμήχανα γύρω από την κατάσταση αυτή.
Έτσι το πρώτο πράγμα που μπορεί να κάνει είναι να συμφιλιωθεί με αυτό. Το κάθε παιδί έχει τους δικούς του ρυθμούς και μεθόδους και χρειάζεται κατανόηση. Η διαδικασία διαχείρισης του παιδιού ίσως είναι έντονη κάτι που συχνά “πάει πακέτο” με την χαρισματικότητα και την συναισθηματικότητα. Με τη συμπεριφορά τους οι γονείς μπορούν να τους δείξουν ότι είναι εντάξει να τη βιώνουν και ότι θα καταφέρουν να την ξεπεράσουν μόνα τους, χωρίς να χρειαστεί οι γονείς να τα βγάλουν από αυτή.
Υπάρχει η ανάγκη να ξεσπάσουν, να δυσκολευτούν και να προσπαθήσουν. Τα παιδιά έχουν μια μοναδική ικανότητα να προσαρμόζονται και αν τους δοθεί η ευκαιρία και η υποστήριξη που χρειάζονται θα τα καταφέρουν αρκετά σύντομα. Το ζήτημα τελικά είναι να αποδεχόμαστε τα συναισθήματα του παιδιού και να καταλάβουμε ότι σε μεγάλο βαθμό είναι θέμα της δικιάς μας διαχείρισης τελικά.