Πως να βοηθήσουμε τα θύματα έμφυλης βίας
Γράφει Μαρία-Αγγελική Καλαμαρά, Τελειόφοιτη Τμήματος Ψυχολογίας ΕΚΠΑ
Η γυναικεία κακοποίηση και η έμφυλη βία αποτελούν ένα καθημερινό,
παγκόσμιο φαινόμενο, που μαστίζει τις ανθρώπινες κοινωνίες στο
διηνεκές του χρόνου. Διαρκώς πληροφορούμαστε για καινούργια
περιστατικά με τραγικές συνέπειες, που πολλές φορές μας κάνουν να
αναρωτιόμαστε για το είδος του κόσμου, στον οποίο ζούμε και τι
ποιότητα ζωής έχουμε, όταν δίπλα μας κακοποιούνται τόσες γυναίκες με
τον πιο βάναυσο και ιταμό τρόπο.
Το γιατί που πηγάζει από μέσα μας, καθώς και το συναίσθημα αδικίας
που μας κατακλύζει, μας οδηγεί ειδήμονες και μή, να ψάχνουμε τρόπους
για την εξάλειψη ή έστω την αναχαίτιση του φαινομένου. Τι γίνεται όμως
με τα θύματα έμφυλης βίας; Με αυτά που ήδη έχουν βιώσει τον
εξευτελισμό, τη σωματική κακοποίηση, τη σύνθλιψη της ψυχικής τους
υγείας με τρόπο αποδιοπομπαίο; Οι γυναίκες αυτές χρειάζονται τη
στήριξη και την αρωγή μας παντοιοτρόπως και εμπράκτως. Για αρχή να
έχουμε ανοιχτά τα αισθητηριακά μας πεδία ώστε να τις ακούσουμε
όπως τους αξίζει, με υπομονή και χωρίς να τις κατακρίνουμε, να
καταλάβουμε το αβάσταχτο φορτίο που φέρουν στις πλάτες τους. Να τις
βοηθήσουμε, ακόμη, να καταλάβουν πως δεν πρέπει να
αυτομαστιγώνονται για ειδεχθείς πράξεις, που δεν ευθύνονται και να μη
δείχνουν ανοχή, πιστεύοντας πως αυτές οι καταστάσεις κάποια στιγμή
θα αλλάξουν. Ύστερα, να τις ενθαρρύνουμε να φροντίσουν τους
εαυτούς τους. Χωρίς, όμως πίεση, υποδείξεις ή συγκρίσεις, αλλά με
ενσυναίσθηση και σεβασμό στον προσωπικό τους Γολγοθά, ώστε τα
αποτελέσματα να είναι τελεσφόρα στο παρόν και το μέλλον. Κι όταν η
ανάγκη για βοήθεια, εξωτερικευτεί από μέσα τους, να τις προτρέψουμε
να απευθυνθούν στη δικαιοσύνη και σε επιστήμονες ψυχικής υγείας,
αφενός για να δικαιωθούν μέσα από το νομικό πλαίσιο, που ορίζει η
πολιτεία και αφετέρου για να οδηγηθούν στη σωματική και ψυχική ίαση,
ύστερα από τα αλλεπάλληλα τραύματα που έχουν υποστεί.
Ως εκ τούτου, η βία είναι θέμα όλων μας, γιατί καμία μορφή της δεν
είναι ανεκτή. Γιατί είναι καθήκον μας, ως φύσει πολιτικά ζώα, κατά
Αριστοτέλη, να προστατέψουμε τα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας και
να συντελέσουμε στην εξυγίανση του πλαισίου, στο οποίο ζούμε.