Ποια είναι τα όρια στην ελευθερία του λόγου;
Γράφει η Τζένη Φλώρου
Καταρχήν η ελευθερία είναι ένα από τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα που μπορεί να απολαύσει ο άνθρωπος σε μια δημοκρατική κοινωνία, μαζί με το δικαίωμα στη ζωή, τη τιμή και τη περιουσία. Ειδικότερα, το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης της προσωπικότητας είναι ακέραιο και η ελευθερία του λόγου, που απορρέει από αυτό, είναι αδιαμφισβήτητη. Επίσης, η ελευθερία του τύπου, δηλαδή το δικαίωμα του καθενός να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του κράτους, είναι επίσης θεμελιωμένη από το Σύνταγμα. Η λογοκρισία και κάθε άλλος τρόπος περιορισμού της έκφρασης είναι απαγορευμένα, καθώς δεν συνάδουν με την λειτουργία ενός φιλελεύθερου κράτους. Τι γίνεται όμως, όταν με τις απόψεις που εκθέτουμε και με τη γνώμη που εκφράζουμε προσβάλλουμε τη προσωπικότητα κάποιου και τελικά τα δικαιώματα μας, της ελευθερίας του λόγου μεν και της τιμής δε, συγκρούονται; Ο γενικός κανόνας με τον οποίο πρέπει να πορεύονται όλοι για να αποφύγουν την ακούσια ή και εκούσια προσβολή της προσωπικότητας του άλλου είναι ότι “το δικαίωμα του καθενός σταματά εκεί που ξεκινά το δικαίωμα του άλλου”. Η ελευθερία της έκφρασης των απόψεων και η ανάπτυξη της προσωπικότητας δεν πρέπει να παραβιάζουν τη τιμή και την υπόληψη κανενός. Το κράτος δικαίου, στα πλαίσια της δημοκρατίας, αφήνει πολλές ελευθεριότητες στους πολίτες, όμως, έχει ορίσει τα πλαίσια μέσα στα οποία μπορούν να κινούνται ακώλυτα, χωρίς να παραβιάζουν δικαιώματα των συμπολιτών τους. Παρόλο, λοιπόν, που ο καθένας έχει δικαίωμα να σχολιάζει και να κρίνει, σε περίπτωση που η κριτική και ο σχολιασμός στρέφονται έναντι ορισμένου προσώπου και αυτό προσβάλλεται, ο νόμος του δίνει το δικαίωμα να απαιτήσει την αποκατάσταση της βλάβης που υφίσταται από την προσβολή και να αποζημιωθεί. Το δίκαιο δίνει μεν τη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων στον προσβάλλοντα, αλλά το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί να καταφεύγουμε συνέχεια στη δικαστική οδό για ένα πρόβλημα που μπορεί να προληφθεί με την εκμάθηση βασικών κανόνων συμπεριφοράς; Η λύση του προβλήματος, εκ πρώτης φαντάζει απλή. Τα άτομα που εκούσια ή ακούσια προσβάλλουν άλλους με τις καυστικές απόψεις που εκφράζουν, είναι επιβεβλημένο να “φιλτράρουν” τα λεγόμενά τους. Όσοι εκφέρουν γνώμη και δη δημόσια, είναι καλό να αποκτήσουν όρια και να σκέφτονται περισσότερες φορές πως θα επικοινωνήσουν αυτά που πιστεύουν.
Ειδικά τα άτομα που έχουν θέσεις δημόσιας έκθεσης επιβαρύνονται ακόμα περισσότερο με το καθήκον της αντικειμενικότητας και των όσο το δυνατόν φειδωλών κριτικών. Ο μέσω της έκφρασης απόψεων, στιγματισμός και η στοχοποίηση ενός ατόμου ή μιας κοινωνικής ομάδας είναι απολύτως καταδικαστέος. Θα μπορούσε μάλιστα, να ειπωθεί πως η χρησιμοποίηση κάποιων προσωποποιημένων παραδειγμάτων, είναι επιτηδευμένη και έχει στόχο την προσβολή καθεαυτή. Η γνώμη δύναται να εκφραστεί και χωρίς την χρησιμοποίηση παραδειγμάτων που θίγουν έμμεσα μεν, καταφανώς δε, συγκεκριμένα πρόσωπα. Βέβαια, όπως προελέχθη, η ελευθερία του λόγου είναι κατοχυρωμένη και η προσπάθεια να εκφράζεται προσεκτικά η γνώμη θα πρέπει να μην οδηγήσει σε αυτολογοκρισία, που θα έχει συνέπεια τη φίμωση τελικά εν γένει της ελεύθερης έκφρασης. Είναι σημαντικό να τηρείται μια ισορροπία σε όλα τα ζητήματα και συγκεκριμένα σε ό, τι αφορά την έκφραση απόψεων θα πρέπει προσμετράται ο βαθμός προκλητικότητας και σκωπτικότητας των απόψεων αυτών.