Λεκτική κακοποίηση & βία μέσα στη σχέση
Γράφει η Ιφιγένεια Κολιού, απόφοιτη Ψυχολογίας ΕΚΠΑ
Μπορεί να μην το καταλαβαίνεις, αλλά πολλές φορές μέσα στην οικογένεια, στο γραφείο, στις σχέσεις σου γενικότερα, βιώνεις λεκτική βία, μέσω ελεγκτικών συμπεριφορών ή υποτιμητικών εκδηλώσεων συμπεριφοράς που περιλαμβάνουν φωνές και χαρακτηρισμούς. Είτε είσαι ενήλικας, είτε παιδί ή έφηβος και αγνοείς τα σημάδια, διότι σου φαίνονται φυσιολογικά, δεν πρέπει, αφού μόνο τραύματα αφήνουν. Είτε γίνεται έμμεσα είτε άμεσα, δηλαδή όταν ο άλλος θέλει να ελέγχει συνεχώς τις κινήσεις σου και να τις διορθώνει, να σε απομακρύνει από τον κοινωνικό σου περίγυρο και να θέλει να σε πείσει ότι έχεις άδικο σε ό,τι και αν κάνεις, με αποτέλεσμα να βρίσκεσαι στη θέση του θύματος, χωρίς να το καταλαβαίνεις.
Η λεκτική κακοποίηση μπορεί να επιφέρει συναισθηματικές επιπτώσεις στο άτομο που την υφίσταται, άρα να νιώθει ότι δεν αξίζει, είναι αδύναμο και ευάλωτο. Μπορεί να βιώσει κατάθλιψη και άγχος και σε ακόμα πιο ακραίες καταστάσεις, να κάνει απόπειρες αυτοκτονίας. Είναι τέτοια η συναισθηματική κακοποίηση που βιώνει, ώστε νιώθει ότι δεν αξίζει σαν άτομο, αμφισβητεί την μοναδικότητά του και κλείνεται στον εαυτό του, αποτραβηγμένος από τους φίλους του και γενικότερα τις κοινωνικές του επαφές.
Μερικές κατηγορίες λεκτικής κακοποίησης είναι πιο εύκολα αναγνωρίσιμες, αλλά κάποιες άλλες δεν γίνονται το ίδιο αντιληπτές. Η λεκτική βία, εκδηλώνεται με τους εξής τρόπους:
· Αντιπαράθεση: Πρόκειται για μία συνηθισμένη συμπεριφορά, κατά την οποία ο θύτης διαφωνεί με το θύμα για καθημερινά πράγματα, φέρει αντίσταση στον άλλον ακόμα και για ασήμαντα πράγματα, όπως για τα συναισθήματα που δημιούργησε στο θύμα μία παράσταση στο θέατρο. Ουσιαστικά αυτό που κάνει, είναι να αμφισβητεί/απορρίπτει τα συναισθήματα του προσώπου.
· Υπονόμευση: Ο θύτης υπονομεύει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του συντρόφου, φίλου κλπ., δηλαδή θέλει να πιστεύει και το επιδιώκει στην πράξη, ότι τα συναισθήματα του άλλου δεν έχουν αξία και έτσι βάζει όρια σε αυτά, θεωρώντας τον τρόπο του άλλου λάθος. Τον χαρακτηρίζει μάλιστα πολλές φορές ως αδύναμο, παιδιάστικο και πολύ ευαίσθητο. Με λίγα λόγια δεν αφήνει περιθώριο στον άλλον να βιώσει την εσωτερική του αλήθεια.
· Λεκτική κακοποίηση με μία δόση χιούμορ, ειρωνεία: Μπορεί ο θύτης να μιλήσει με τέτοιον τρόπο στο θύμα, κάνοντάς το να νιώσει άβολα και άσχημα, και έπειτα βλέποντας την αντίδρασή του να λέει “Πλάκα έκανα” . Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως χιούμορ, καθώς όταν πληγώνεσαι από το σχόλιο κάποιου και βλάπτεται η αυτοεκτίμησή σου, δεν πρέπει να το αφήνεις να “περνάει έτσι απλά”.
· Αποκλεισμός και παράκαμψη: Όταν ο θύτης ορίζει πότε θα μιλήσει ο άλλος, ποια από αυτά που λέει είναι σωστά. Σαν να βάζει stop στην ελευθερία λόγου του άλλου. Ενδεχομένως να πει στο θύμα “Διαμαρτύρεσαι πολύ” ή “Μιλάς όταν δεν πρέπει”.
· Ενοχοποίηση: Προκαλεί στο θύμα το σύνδρομο της αυτοενοχοποίησης. Όταν συμβαίνει κάτι στον θύτη ρίχνει το φταίξιμο στο θύμα.
· Κριτική
· Υποτίμηση, βρισιές, απειλές
· Απώλεια μνήμης: Όταν ξεχνάει ένα ραντεβού και δεν κάνει κάτι για να δείξει ότι έστω προσπάθησε να το θυμηθεί. Αρνείται εξ’ ολοκλήρου το γεγονός ότι κανονίστηκε(θυμίζει gaslighting)
· Κακοποιητικός θυμός: Φωνές, ουρλιαχτά που ξεπερνούν τα φυσιολογικά όρια. Ακόμα και το “Σκάσε” αποτελεί κακοποίηση και δεν πρέπει να το παίρνουμε αψήφιστα, διότι κανείς δεν πρέπει να ανέχεται τέτοια συμπεριφορά.
Σε κάθε περίπτωση, είτε είμαστε θύματα λεκτικής κακοποίησης, είτε είμαστε παρατηρητές μίας κατάστασης που εκτυλίσσεται σε τέτοιον βαθμό που μας φοβίζει για την εξέλιξη που θα πάρει, οφείλουμε να μιλάμε. Κανείς μας δεν αξίζει να ανέχεται τέτοια συμπεριφορά, διότι σκεπτόμενοι τα τραύματα που θα μας αφήσουν, αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να κάνουμε καλό στον εαυτό μας αποχωρώντας από τη σχέση, και βγάζοντας τον εαυτό μας από τη θέση του θύματος. Ποτέ δεν είναι αργά! Γι’ αυτό το χρωστάμε στον εαυτό μας να μην εθελοτυφλούμε!